Η Αφύπνιση (Réveil) από το όνειρο (rêve) ή το esp ενός rev
Éric Laurent
Τα συνέδρια της ΠΨΕ είναι αποφασιστικές στιγμές για την υλοποίηση μιας κοινότητας εργασιών μεταξύ σχολών, μεταξύ ψυχαναλυτών διαφόρων γλωσσών και διαφορετικών οριζόντων: με μια λέξη, για να καταστήσουμε υπαρκτή τη Μία-Σχολή. Αυτή η Μία-Σχολή, στις ανά διετία συναντήσεις της, προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα «Τι νέο υπάρχει στην ψυχανάλυση;» αναφορικά με συγκεκριμένα σημεία στην πρακτική των μελών της. Αυτό το «Τι νέο υπάρχει στην ψυχανάλυση;» είναι ταυτόχρονα, κάθε φορά, ένας τρόπος να επιφέρουμε μια Επιστροφή στον Φρόιντ και, την ίδια στιγμή, να επιβεβαιώσουμε την αιρετική μας στάσησε σχέση με τον Φρόιντ. Η λακανική αίρεση έχει ξεκινήσει μια ριζική ανανέωση της φροϋδικής πρακτικής, και αυτή η ώθηση πρέπει πάντα να εμβαθύνεται. Κάθε συνέδριο είναι κατά κάποιον τρόπο αιρετικό. Το τελευταίο συνέδριο, «Οι κανονικόμορφες ψυχώσεις και οι άλλοι, υπό μεταβίβαση», είχε ένα θέμα που τηρούσε ρητά τις αποστάσεις του από τις απαγορεύσεις που τέθηκαν από τον Φρόιντ σχετικά με τον χειρισμό της μεταβίβασης στις ψυχώσεις, για παράδειγμα στην Επιτομή της Ψυχανάλυσης. Η Μέλανι Κλάιν και οι μαθητές της είχαν αρχικά τολμήσει να υπερβούν την απαγόρευση και έδειξαν ότι ήταν δυνατό να βρεθεί μια ψυχαναλυτική πρακτική με τους ψυχωτικούς. Ο Λακάν κατασκεύασε, σε αρκετά διαφορετικές βάσεις, μια «επιστροφή στον Φρόιντ» η οποία επίσης επιτρέπει την ανάπτυξη μιας πιθανής αντιμετώπισης των ψυχώσεων. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων συνεδρίων μας, διερευνήσαμε πώς η προσέγγιση αυτή περιλαμβάνει τις κανονικόμορφες ψυχώσεις, μια νέα κατηγορία.
Το επόμενο συνέδριό μας πρόκειται να εξετάσει και πάλι κάτι εξίσου σημαντικό με τη μεταβίβαση. Θα αναρωτηθούμε «τι νέο υπάρχει στην ερμηνεία του ονείρου;». Στο εξαιρετικό κείμενο που μας παρουσίασαν ο Φαμπιάν Ναπαρστέκ και η Σίλβια Μπαουντίνι, το κρίσιμο ερώτημα τίθεται από την αρχή, από την ίδια την προμετωπίδα. Ο Λακάν προτείνει μια αντιφροϋδική προσέγγιση στο όνειρο. «Έχω κάθε δικαίωμα, όπως ο Φρόιντ, να μοιραστώ τα όνειρά μου μαζί σας. Σε αντίθεση με τα όνειρα του Φρόιντ, αυτά δεν εμπνέονται από την επιθυμία να κοιμηθώ, είναι μάλλον η επιθυμία να ξυπνήσω που με εξάπτει»[1]. Είναι με αφετηρία το μάθημα της 13ης Φεβρουαρίου 1973 του Σεμιναρίου Encore που ο Λακάν αρχίζει να γενικεύει την ιδέα ότι το όνειρο πρέπει να προσεγγίζεται ως εργαλείο αφύπνισης[2]. Αυτό προϋποθέτει την αναθεώρηση αυτού που ο Φρόιντ ονόμασε αρχή της ευχαρίστησης, ως όριο και μετρίαση της απόλαυσης. Σε αυτό είναι αφιερωμένο το σεμινάριο Encore, με πολλούς τρόπους. Το να λέμε ότι το όνειρο είναι ένα όργανο αφύπνισης προϋποθέτει επίσης μια αναθεώρηση αυτού που αποκαλούμε αφύπνιση. Ο Φρόιντ ξεκίνησε από την αντίθεση μεταξύ ύπνου και αφύπνισης ως μια φυσική, σχεδόν βιολογική αντίθεση. Κοιμόμαστε, ξυπνάμε. Η πρακτική του τον οδήγησε να εξετάσει τα φαινόμενα του ξυπνήματος στο όνειρο. Ξεκινώντας από κει, ο Λακάν υπονομεύει το προφανές όριο μεταξύ ξυπνήματος και ύπνου, έτσι ώστε να αφυπνίσει εμάς, τους αναγνώστες του, σε κάτι άλλο. Δημιούργησε, έτσι, μια σειρά ενίοτε αντιφατικών δηλώσεων, όπως: «το ασυνείδητο είναι ακριβώς η υπόθεση ότι κάποιος δεν ονειρεύεται μόνο όταν κοιμάται» [3], «αυτοί [...] αφυπνίστηκαν, με άλλα λόγια, συνεχίζουν να ονειρεύονται»[4], «Εισέρχομαι εκ νέου ακριβώς, όπως όλοι οι άλλοι, σε αυτό το όνειρο που ονομάζεται πραγματικότητα»[5], «δεν ξυπνάμε ποτέ»[6], «η απόλυτη αφύπνιση είναι ο θάνατος»[7]. Οι δηλώσεις αυτές καθορίζουν σαφώς μια άλλη πλευρά της φροϋδικής προσέγγισης στο όνειρο, που είναι εγγεγραμμένη στον ορίζοντα του «Άλλου Λακάν», που περιέγραψε ο Ζ.-Α. Μιλλέρ ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '70[8].
Κάθε ένα από αυτά τα αποφθέγματα θα άξιζε να σχολιαστεί μεμονωμένα, ένα προς ένα, το καθένα στο συγκείμενό του. Αν τα πούμε όλα ταυτόχρονα, στην ίδια σημαίνουσα αλυσίδα, χρειαζόμαστε μια κάποια διαλεκτική ευελιξία, ώστε να μπορέσουμε να τα συνδέσουμε και να τα κάνουμε να ηχήσουν με τον σωστό τρόπο. «Η επιθυμία για αφύπνιση είναι μια ιδιαίτερη επιθυμία»· «ξυπνάμε ώστε να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε»· «ποτέ δεν ξυπνάμε»· «απόλυτη αφύπνιση είναι ο θάνατος»: το αντάμωμά τους είναι λεπτή υπόθεση, αλλά το σύνολο ορίζει μια νέα προοπτική. Αυτή η νέα προσέγγιση της αφύπνισης είναι σύμφωνη με τη βουδιστική αφύπνιση. Αν λέμε για τον Βούδα ότι είναι ο «αφυπνισμένος», αυτός ο οποίος, συνήθως, αναπαρίσταται ως κοιμώμενος, αυτό σημαίνει ότι είναι απόλυτα απελευθερωμένος από την επιθυμία. Γνωρίζει ότι η επιθυμία είναι μόνο ένα προσποιητό[9].
Η αφύπνιση στην οποία μας προσκαλεί ο Λακάν καθιστά το όνειρο όργανο αφύπνισης. Δηλαδή, αυτό επιτρέπει τη συνάρθρωση, με νέο τρόπο, της επιθυμίας και αυτού που είναι ασύμβατο με αυτήν, της απόλαυσης. Το όνειρο γίνεται μια νέα εισαγωγή στην αντίθεση επιθυμία-απόλαυση. Υπό αυτή την έννοια, η απόλαυση δεν είναι πραγμάτωση της επιθυμίας. Είναι αυτό που δεν μπορεί να αρθρωθεί στα ίχνη της επιθυμίας.
Έτσι, αφύπνιση είναι οτιδήποτε αποτελεί παραβίαση, τροποποίηση, βλάβη της ομοιόστασης της αρχής της ευχαρίστησης, που εγγυάται τη ζωή. Υπό αυτή την έννοια, η απόλυτη διαταραχή της ζωής είναι ο θάνατος. Η απόλυτη αφύπνιση είναι θάνατος. Εν τω μεταξύ, οι μικρές, μερικές αφυπνίσεις μας ξυπνούν στον βαθμό που αποτελούν παραβιάσεις της ομοιόστασης. Η αρχή της ευχαρίστησης είναι επίσης η αρχή του νοήματος. Οι μερικές αφυπνίσεις συμβαίνουν όταν υπερπηδάται το εμπόδιο του νοήματος. Μπορούμε να συλλάβουμε την τελική αφύπνιση σαν ένα δείξιμο [monstration] της απόλαυσης σε ένα είδος βραχυκυκλώματος εκτός νοήματος; Θα πρέπει πρώτα να περάσουμε από το μονοπάτι της λακανικής λογικής του χειρισμού του νοήματος. Πρέπει πρώτα να το χρησιμοποιήσουμε, ώστε τελικά να τα καταφέρουμε χωρίς αυτό. Θα πρέπει πρώτα να αποκρυπτογραφήσουμε τα όνειρα, θα πρέπει να διασχίσουμε τα όργια της ερμηνείας του νοήματος, να συνοδεύσουμε τον αναλυόμενο, να τον βάλουμε να αποσφραγίσει όλους τους πιθανούς συσχετισμούς σε ένα όνειρο, προκειμένου τελικά να φθάσει, σε δεύτερο χρόνο, εφόσον το νόημα έχει χρησιμοποιηθεί και χρησιμοποιηθεί καλά, σε ένα σημείο εκτός του νοήματος.
Φθάνουμε έτσι, στο τέλος μιας ανάλυσης, όπως κατάφερε να δείξει η Μαρί-Ελέν Μπρους στη σειρά των ονείρων της-λήξης-της-ανάλυσης των Αναλυτών της Σχολής, στη συνάντηση με ένα εκτός-του-νοήματος στο όνειρο. Τότε είναι που το όνειρο γίνεται όργανο αφύπνισης, όταν δείχνει ένα σημείο όπου αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί. Κάτι σταματά να μην γράφεται. Δεν πρόκειται για μια οριστική εγγραφή, όπως ήδη παρατηρήσαμε για τα ονόματα της απόλαυσης που αποκαλύπτονται στο τέλος της ανάλυσης. Το σημαντικό είναι το γεγονός της ανάδυσης αυτού του εκτός νοήματος χώρου. Πρόκειται για το esp ενός rev [l’espd’unrev]. Αυτά τα σημαίνοντα, διαχωρισμένα από το νόημά τους, αυτές οι ονοματοποιίες, ανταποκρίνονται το ένα στο άλλο. Το Kekkek του ενός ενώνεται με το crac και το boum και το huh των άλλων. Δεν είναι μια οριστική, χαραγμένη στην πέτρα, γραφή· αυτό μάλλον έρχεται να δείξει, δείχνει. Αν δώσετε πολύ μεγάλη προσοχή σε αυτό, αυτό απαλείφεται, και δεν δείχνει πλέον τίποτα.
Αυτό το δείχνει το φέρνει πιο κοντά στη λογική της δείξης σύμφωνα με τον Βίτγκενσταϊν. Φυσικά, γι’ αυτόν, το πρόβλημα δεν είναι η απόλαυση και η επιθυμία, αλλά η γλώσσα, αποτελούμενη από ό,τι μπορεί να ειπωθεί, το σύνολο των προτάσεων και τον κόσμο στον οποίο αναφέρεται. Υποστηρίζει ότι η γλώσσα μπορεί μόνο να δείξει τον κόσμο. Η γλώσσα, από τη σκοπιά της λογικής, είναι εν τέλει μια ταυτολογία. Έρχεται να μας πει ότι A=A. Αλλά τι σημαίνει A; Είναι οι άλλοι λόγοι, η ηθική, η θρησκεία, η τέχνη, που είναι σε θέση να το δείξουν. Ας αναπροσαρμόσουμε το πρόβλημα του Βίτγκενσταϊν. Πώς, με ένα όργανο δομημένο σαν μια γλώσσα, θα μπορέσουμε να δείξουμε την απόλαυση; Να λοιπόν, αυτή είναι η αφύπνισή μας.
Θα βαδίσουμε σταδιακά προς το συνέδριο αυτό, προς αυτή την αφύπνιση. Θα χρειαστεί να παραμείνουμε σε αγωνία, για δύο χρόνια, να έχουμε στον νου μας ότι προχωρούμε προς το άνοιγμα που οδηγεί στις θεωρήσεις της τελευταίας διδασκαλίας του Λακάν, χωρίς να ξεχνάμε τον σχολιασμό της ένεσης της Ίρμα του Σεμιναρίου ΙΙ. Πρέπει να φάγουμε το βιβλίο επαρκώς, ώστε να κατανοήσουμε τι συνεπάγονται για την πρακτική της ερμηνείας του ονείρου αυτές οι αλλαγές στη θεώρηση. Πρέπει να δείξουμε στον εαυτό μας ότι γνωρίζουμε πώς να αξιοποιήσουμε αυτό που μας άφησε ο Φρόιντ, τις φροϋδικές μυθοπλασίεςτου σεξουαλικού νοήματος και το μυθολόγημα του Ονόματος-του-Πατρός, τα οποία πρέπει να τεθούν σε χρήση. Και αν μετρήσουμε τη δυσκολία, την απόσταση, την ένταση μεταξύ της φροϋδικής πρακτικής και της λακανικής πρακτικής που άνοιξε η τελευταία διδασκαλία, σε κάθε περίπτωση εκείνη στην οποία ο Λακάν προσπαθεί να μας αφυπνίσει, τότε ίσως να μπορέσουμε να έρθουμε στο συνέδριο ακόμη και επαρκώς έτοιμοι να φτιάξουμε, για μια στιγμή, μια πραγματική κοινότητα εργασίας της Μίας-Σχολής και να απαντήσουμε από κοινού στο όμορφο ερώτημα που τέθηκε, τόσο στο κείμενο της Σίλβια Μπαουντίνιόσο και σε αυτό που μας έφερε η Μαρί-Ελέν Μπρους: Τι νέο υπάρχει στη πρακτική των ονείρων, 120 χρόνια μετά; Το αποφασιστικό ραντεβού θα είναι στο συνέδριο. Εν τω μεταξύ, θα πούμε ό,τι μπορούμε, προκειμένου να προετοιμαστούμε για τη συνάντηση.
Ιανουάριος 2019
Μετάφραση: Άννα Πίγκου – Ελένη Τέντσου
[1] Jacques Lacan, «La Troisième» (1974), La Cause freudienne, N°79, Navarin, Παρίσι 2011, σ. 24.
[2] Jacques Lacan, Le Séminaire, Livre XX, Encore, Seuil,Παρίσι 1975, σ. 52-53.
[3] JacquesLacan, Le Séminaire, LivreXXV, Le moment de conclure, Ornicar?, no.19, Lyse, Παρίσι 1979, σ. 5.
[4] Jacques Lacan, Encore, ό.π., σ. 52-53.
[5] Jacques Lacan, Le Séminaire, Livre XXII, R.S.I., μάθημα της 11ης Φεβρουαρίου 1975, ανέκδοτο.
[6] Jacques Lacan, «Improvisation: désir de mort, rêve et réveil», l’Ane, no. 3, 1974.
[7] Στο ίδιο.
[8] Jacques-Alain Miller, «Réveil»,Ornicar, no. 20/21, καλοκαίρι 1980.
[9] Ο Franck Rollier προσπάθησε να παρουσιάσει το σύνολο αυτών των αποφθεγμάτων σε ένα άρθρο που είναι διαθέσιμο online, «Puis-je espérer me réveiller un jour?».